Φθινόπωρο, εποχή ανασυγκρότησης αλλά και λοιμώξεων
- German Medical Institute
- 10 Σεπ
- διαβάστηκε 3 λεπτά
Έγινε ενημέρωση: 12 Σεπ

Το Φθινόπωρο αποτελεί μια εποχή του χρόνου κατά την οποία παρατηρείται έξαρση πολλών λοιμώξεων, οι οποίες συνηθέστερα είναι ιογενείς και πλήττουν το αναπνευστικό και το γαστρεντερικό σύστημα. Οι αιτίες αυτής της έξαρσης είναι ποικίλες και περιλαμβάνουν την έναρξη της λειτουργίας παιδικών σταθμών, νηπιαγωγείων και σχολείων παιδιών μικρής ηλικίας, όπου η στενή αλληλεπίδραση μεταξύ τους κατά τη διάρκεια του παιγνιδιού ή των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων ευνοεί τη μετάδοση αυτών των λοιμώξεων, οι σταδιακά ψυχρότερες κλιματικές συνθήκες οι οποίες αφενός αναγκάζουν όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως ηλικίας να συγχρωτίζονται σε κλειστούς χώρους, αφετέρου ευνοούν τη σταθερότητα των σωματιδίων διαφόρων ιών (όπως π.χ. της γρίπης) στο περιβάλλον αλλά και επηρεάζουν αρνητικά τη λειτουργία του ανοσοποιητικού μας συστήματος στον βλεννογόνο της μύτης, την κύρια πύλη εισόδου στο ανθρώπινο σώμα πολλών αναπνευστικών παθογόνων.
Οι λοιμώξεις οι οποίες μας ταλαιπωρούν αυτήν την εποχή του χρόνου είναι κυρίως οι αναπνευστικές ιογενείς λοιμώξεις (κοινό κρυολόγημα, γρίπη, λοιμώξεις από κορωνοϊούς και από τον αναπνευστικό συγκυτιακό ιό/RSV, κ.α.) και οι ιογενείς λοιμώξεις του γαστρεντερικού (λοιμώξεις από νοροϊούς, ροταϊούς, κ.α.). Οι πρώτες μεταδίδονται κυρίως μέσω μολυσμένων εκκρίσεων του αναπνευστικού στον αέρα γύρω μας αλλά και μέσω μολυσμένων χεριών, ενώ οι δεύτερες κυρίαρχα μέσω μολυσμένων χεριών τα οποία, και στις δύο περιπτώσεις, έρχονται σε επαφή με τη ρινική ή στοματική μας κοιλότητα. Υπαρκτή είναι για κάποια παθογόνα και η πιθανότητα μετάδοσης τους μέσω άψυχων επιφανειών, ειδικότερα εκείνων με αυξημένη συχνότητα κοινής χρήσης (π.χ. πόμολα, διακόπτες φωτιστικών σωμάτων, επιφάνειες τραπεζιών ή θρανίων, κ.α.).
Στις πλείστες των περιπτώσεων οι λοιμώξεις αυτές είναι αυτοπεριοριζόμενες και αρκεί η υποστηρικτική φροντίδα για την αντιμετώπισή τους, συμπεριλαμβανομένης της ανάπαυσης, της επαρκούς ενυδάτωσης, της ελαφριάς δίαιτας, και της χρήσης αντιπυρετικών, αποσυμφορητικών ρινός, εισπνεόμενων, ή αντιεμετικών/αντιδιαρροϊκών, όποτε είναι απαραίτητο. Όταν οι λοιμώξεις αυτές οφείλονται αμιγώς σε ιούς (το οποίο είναι και το συνηθέστερο σενάριο) τα αντιβιοτικά δεν έχουν καμία θέση στην αντιμετώπισή τους. Τα αντιβιοτικά είναι δραστικά έναντι των βακτηρίων και όχι έναντι των ιών, και η αναιτιολόγητη χρήση τους μπορεί να επιφέρει σοβαρές παρενέργειες στον ασθενή ή να μειώσει την αποτελεσματικότητα άλλων θεραπειών τις οποίες λαμβάνει για μη λοιμώδη νοσήματα.
Υπάρχει όμως και μια μειοψηφία περιπτώσεων ασθενών στους οποίους οι λοιμώξεις αυτές εμφανίζονται με σοβαρή κλινική εικόνα, ακόμα και απειλητική για τη ζωή, ενίοτε και με τη μορφή συλλοιμώξεων, δηλαδή της συνύπαρξης δύο ή περισσοτέρων παθογόνων, π.χ. αρχικά ενός ιού ο οποίος μας καθιστά ευάλωτους για σύγχρονη ή λίγο μεταγενέστερη προσβολή και από βακτήριο. Συνηθέστερα πρόκειται για άτομα ακραίων ηλικιών (π.χ. νεογνά ή υπέργηρους), άτομα με σοβαρά προβλήματα υγείας (π.χ. σακχαρώδη διαβήτη, καρδιαγγειακά προβλήματα, χρόνιες αναπνευστικές νόσους) ή άτομα τα οποία είναι ανοσοκατεσταλμένα, δηλαδή το ανοσοποιητικό τους σύστημα δεν λειτουργεί επαρκώς. Σε αυτή την τελευταία κατηγορία ανήκουν άτομα με νοσήματα τα οποία επηρεάζουν απευθείας το ανοσοποιητικό τους (π.χ. αιματολογικοί καρκίνοι, συγκεκριμένοι τύποι καρκίνων συμπαγών οργάνων, σπληνεκτομηθέντες, πάσχοντες από HIV, κ.α.) αλλά και άτομα τα οποία έχουν δυσλειτουργικό ανοσοποιητικό σύστημα λόγω θεραπειών τις οποίες λαμβάνουν για άλλα νοσήματα (π.χ. χημειοθεραπεία ή μεταμόσχευση για αντιμετώπιση καρκίνου, θεραπείες για ρευματολογικά ή νευρολογικά νοσήματα, θεραπείες για ιδιοπαθή φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, κ.α.). Ειδικά για τους ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, οποιασδήποτε μορφή λοίμωξης θα πρέπει να εκτιμάται από τους θεράποντες ιατρούς με προσοχή, καθότι δύναται να εξελιχθεί ταχέως σε σοβαρότερες μορφές. Ακόμα και με τη βέλτιστη θεραπεία/αντιμετώπιση, η νοσηρότητα και η θνητότητα από τις λοιμώξεις στις παραπάνω κατηγορίες ασθενών είναι υψηλή σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.
Όπως συμβαίνει στις περισσότερες κατηγορίες ασθενειών (κακοήθειες, μεταβολικά νοσήματα, κ.α.) έτσι και στις λοιμώξεις η Πρόληψη διαδραματίζει τον σπουδαιότερο ρόλο. Η Μεσογειακή διατροφή, η διακοπή του καπνίσματος, η αποφυγή της επαφής με άτομα τα οποία έχουν ενεργό συμπτωματολογία λοίμωξης, τα μέτρα ατομικής υγιεινής (με πρώτο όλων το σωστό πλύσιμο των χεριών), ο τακτικός αερισμός των κλειστών χώρων, η χρήση μάσκας υψηλής προστασίας από ευάλωτα άτομα όταν εκτίθενται σε περιβάλλοντα υψηλού κινδύνου, αποτελούν τις σημαντικότερες συνιστώσες της έννοιας της Πρόληψης για τις προαναφερθείσες λοιμώξεις. Η κορωνίδα όμως της Πρόληψης αυτής είναι ο Εμβολιασμός, για όσα νοσήματα φυσικά υφίστανται εμβόλια και εφόσον δεν υπάρχουν αντενδείξεις για αυτόν. Τα συνηθέστερα παθογόνα για τα οποία συστήνεται να ευρισκόμαστε υπό εμβολιαστική κάλυψη κατά τη διάρκεια του Φθινοπώρου είναι η γρίπη, ο RSV (κυκλοφορούν πλέον ιδιαιτέρως ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια), ο SARS-COV-2, και ο πνευμονιόκοκκος. Θα πρέπει να τονιστεί ότι τα εμβόλια δεν προστατεύουν τόσο από τη λοίμωξη (δηλαδή από το να μας μεταδοθεί το παθογόνο) αλλά προστατεύουν σημαντικά από τις σοβαρές μορφές της λοίμωξης οι οποίες, όπως προαναφέρθηκε, ενίοτε συνοδεύονται από υψηλή νοσηρότητα και θνητότητα. Κάποια από αυτά τα εμβόλια γίνονται ετησίως (π.χ. για γρίπη) και κάποια άλλα μια φορά στη ζωή μας (π.χ. για RSV).
Σε κάθε περίπτωση, και ειδικά για τα άτομα με παράγοντες κινδύνου για σοβαρή νόσηση, η επικοινωνία ασθενούς – ιατρού και η σωστή ενημέρωση του ασθενούς από τους θεράποντες ιατρούς σχετικά με τον Εμβολιασμό είναι κεφαλαιώδους σημασίας ώστε να λάβει ο ίδιος ο ασθενής τις βέλτιστες για αυτόν αποφάσεις.
Συντάκτης:
Δρ. Νικόλαος Σπερνοβασίλης - Διευθυντής Τμήματος Λοιμωξιολογίας


